Δευτέρα, Μαΐου 26, 2008

dictum: after great distances

Photobucket

κάνει ζέστη. είμαι στην πλατεία Κοραή και περιμένω. μού ρχεται να βουτήξω στο συντριβάνι. στρίβω τσιγάρο και βάζω τα ακουστικά στη διαπασών. πατημένο μέσα μου το pause. ακούω τη φωνή μου και μου μοιάζει ξένη. σαν voice over σε ταινία κάποιου άλλου.

ένα χρόνο μετά, δεν εχουμε κανένα κουράγιο ούτε να συναντηθούμε. ακόμα κι από μακριά, πετάμε λέξεις σαν πέτρες στο τζάμι και τρέχουμε να φύγουμε πριν δούμε ποιος το έσπασε. Συνήθως το σπάμε ταυτόχρονα, κοιταζόμαστε συνθηματικά και γελάμε.

Je te rends ton amour

Photobucket


Μέσα σε ένα βράδι, χώρεσε ο Αντόρνο, το Κοσμοπόλιταν, η Μαρινέλλα, ο Μαρμαρινός και η Καλομοίρα. Τσουγκρίσαμε τα ποτήρια μας στις 3 το πρωί εν όψει του σαββατοκύριακου των μνημοσύνων. Μετά, έκανα αυτονόητες ερωτήσεις και κατέστρωνα μυστικά σχέδια για να υπερασπιστώ τα αυτονόητα, αγκαλιά με ένα κιλό παγωτό και κρασί.

Photobucket

κυριακή πρωί, ένα χρόνο μετά. στον ένα χρόνο που είχα πείσει τον εαυτό μου ότι κάπου είσαι και θα σε ξαναδώ, τα είχα σχεδόν καταφέρει, μέχρι που μπήκα στην εκκλησία για το μνημόσυνό σου και άκουσα όλα αυτά τα "αιωνία σου η μνήμη, αξιομακκάριστη" και μου πήρε ένα δίλεπτο να συνειδητοποιήσω ότι είναι για σένα. δεν υπήρχε τίποτα παρά ένα άσπρο βουνό από κόλυβα και δάκρυα πίσω από γυαλιά ηλίου. μου ζήταγαν όλοι χαρτομάντηλα, κι εγώ δάγκωνα τα χείλια μου για να μη φωνάξω. σιγά σιγά θυμόμουν ότι δεν θα σε ξαναδώ. η Μ. μου έπιασε το χέρι. τσάμπα οι ασκήσεις θάρρους ένα χρόνο. άλλαξαν πολλά και σχεδόν τίποτα. σαν να σου έχουν κόψει ένα δάχτυλο κι εσύ το νιώθεις ακόμα. ένα κενό που όλα χτίζονται γύρω από αυτό. κάνει πάρα πολύ ζέστη. το κλάμα και ο ήλιος μου φέρνουν ζαλάδα. βλέπω τη φωτογραφία σου. θέλω να νομίζω ότι θα μείνεις για πάντα έτσι, όπως εκείνο το βράδι που βγήκε αυτή η φωτογραφία. φιλάω το μάρμαρο. μου λείπεις. ανατρέχω στους μηχανισμούς της εκλογίκευσης, στο ότι κάτι σημαίνει αυτό, για κάποιο λόγο γίνονται...για κάποιον, για ποιόν; ποιός θα μου τον θυμίσει; σαν να μου λείπει όλο μας το παρελθόν, όλα τα 12 χρόνια. πηγαίνουμε για καφέ μετά, όλοι μαζί. Είμαι με την Α. και θυμόμαστε εκείνο το βράδι που χορεύαμε μεχρι τις 5 το πρωί, είχα χάσει το κινητό μου και φάγαμε βρώμικο στη Νέα Ιωνία. στον καφέ μιλάμε για άσχετα. γυρνάω σπίτι. νιώθω εξαντλημένη και καταρρέω στο σημάδι που βγαίνει απροειδοποίητα από μια τσάντα. μια μικρή καρτούλα με τα γράμματά σου, τουλάχιστον από δεκαετίας. για πάντα.

Photobucket

ξέρω ότι γούσταρες την ικανότητά μου να κανιβαλίζω. ήσουν κι εσύ καλή σε αυτό και είχαμε περάσει ώρες ατελείωτες ειρωνευόμενες τον εαυτό μας και κάνοντας τα πάντα να μοιάζουν τόσο γελοία όσο σχεδόν ήταν. είναι μια παρηγοριά ότι δεν έχω χάσει αυτή την ικανότητα ακόμα και τώρα, με τόσο πονοκέφαλο.

σε αυτό βοηθάει το ότι κάθεσαι για μιάμιση ώρα στο τηλέφωνο, επειδή δεν βολεύει να πιούμε δυο μπυρες μαζί. βοηθάει που θα μου πεις κάτι πολύ αστείο και δεν μπορώ παρά να γελάσω, γιατί αυτό μου έχει μείνει για να αντέχω τα πάντα. το ότι θα με αγκαλιάσεις τα χαράματα. θα κάτσεις στο πάτωμα μαζί μου και θα βγεις μες στη νύχτα για κρασί και γελοίο αναπτήρα. θα με πάρεις τηλέφωνο απ' όπου και νά σαι και η φωνή σου θα έχει πάντα την ίδια αγάπη. το ότι θα είσαι εκεί όταν δεν μπορώ να είμαι εντελώς εκεί. το ότι ξέρω ότι είσαι εκεί έξω. δεν μπορεί κανείς να αντισταθεί στη ροή των πραγμάτων.

New Slang

Δευτέρα, Μαΐου 12, 2008

χειρόγραφο

Photobucket


Ανταποκρινόμενη στην πρόσκληση της αγαπημένης μου Candy Blue

ένα χειρόγραφο από μια άλλη εποχή, πριν περίπου οχτώ χρόνια.
Λόγω της παρατεταμένης χρήσης του πληκτρολογίου, ο γραφικός μου χαρακτήρας έχει αλλοιωθεί πια.

[Το κείμενο λέει:

Και μετά;
- Τι να γράψει κανείς τώρα; Μπορείτε ακόμα να γράψετε κάτι;
- Γράφουμε με την επιθυμία μας, και δεν θα σταματήσω ποτέ να επιθυμώ.
Roland Barthes
]


για το http://autographcollectors.blogspot.com

με τη σειρά μου προσκαλώ τον schottkey, τη rainman, την παπαρούνα και τη μανταλένα (αν θέλουν φυσικά)

Παρασκευή, Μαΐου 09, 2008

κίτρινη επιτάχυνση, πράσινη κατάληξη

Photobucket

Καμιά φορά νομίζω ότι όλα μου τα παιδικά χρόνια είναι εκείνος ο δρόμος, από το σπίτι στην παραλία, με ενδιάμεση στάση τα σπίτια των φίλων, για να πάμε όλοι μαζί για μπάνιο. Τώρα κοιτάζω στα μάτια των παιδιών τους ενώ οι γονείς μας φθίνουν. Και όλοι είναι ανήμποροι μπροστά στη φθορά.

Χαμένη στη μετάφραση και χαμένη γενικώς, κολυμπώντας σε γνώσεις που θα ξεχάσω την επόμενη μέρα (ή ίσως και όχι), είμαι σίγουρη ότι κανείς μας δεν έχει αλλάξει στην ουσία του από τότε που παίζαμε ρακέτες. Και όχι επειδή μόνη πατρίδα είναι τα παιδικά μας χρόνια, αλλά επειδή αυτός ο άξονας όσες κλωτσιές και να δεχτεί, δεν κουνιέται και πολύ. Βάσει αυτού λειτουργούμε συνήθως, είναι το ένστικτό μας που, χωρίς να είναι αλάθητο πάντα, είναι σίγουρα ένας καλός σύμβουλος. Ο δικός μου άξονας διατηρεί την παιδική του αποστροφή για τυπικές συμπεριφορές που ξέρει ότι δεν πρόκεται να συντηρήσει.

Δεν αντέχω τους δρόμους χωρίς τα ακουστικά (δράμα να έχω ξεχάσει να φορτίσω το i-pod). Η σιωπή του μετρό καλύπτεται από εξαναγκασμένα βλέμματα και ιστορίες που σε σπρώχνουν για να κατέβουν.

Χρειάστηκαν πολλά βράδια και ένα επιβλητικό τηλεφώνημα για να καταλάβω ότι κλωτσάω όσο και οι άλλοι, ίσως και περισσότερο. Και με έναν τρόπο που καθώς φαίνεται, είναι μάλλον κατηγορηματικός και δεν το είχα πάρει καν είδηση.

Υπάρχει, όμως, αυτό που δεν ρωτά, ο καναπές σου αργά το βράδι, να γελάμε με τα ίδια αστεία, να κάνουμε βόλτες, να δεχόμαστε τη φάπα των νέων της συμμορίας, το απομεσήμερο στο Γκάζι, τα καθημερινά τηλέφωνα, ο βιαστικός καφές στα Εξάρχεια, οι αρνήσεις που γρατσουνάνε τις καταφάσεις, η κούραση, το βουνό πραγμάτων κι εκείνη η γωνιά που δεν είναι κανενός άλλου.


Photobucket

Μαθαίνοντας από νωρίς το κόστος μιας επιλογής, δεν σημαίνει ότι αυτή γίνεται λιγότερο εύκολη. Ούτε ότι το συνηθίζεις. Είναι, όμως, τόσο σημαντικό να παραμένεις σταθερός. Όχι για να κερδίσεις κανένα στοίχημα ή για να δείξεις απλά ότι μπορείς να το κάνεις. Απλά επειδή είναι. Και το καταλαβαίνεις πολύ αργότερα.

Όσο κι αν μου λείψεις που θα φύγεις, κυρίως είμαι περήφανη για σένα.

Photobucket

Σε είδα στον ύπνο μου. Είχαμε πάει βόλτα, κάπου στη θάλασσα. Είχαμε περάσει τη μέρα μαζί. Θυμάμαι τα μαλλιά σου στον αέρα. Κατάμαυρα και μακριά. Όταν ήρθε η ώρα να αποχαιρετιστούμε, σε αγκάλιασα και έκλαιγα. Κι εσύ μου είπες "πως κάνεις έτσι; δεν πάω τόσο μακριά". Και γέλασες. Σαν να πήγαινες δηλαδή εκεί που είσαι τώρα, και να ξαναγύριζες κάποτε για να πάμε μια βόλτα μαζί. Αλλά ήξερα ότι δεν θα ξανάρθεις.

Πέρασε σχεδόν ένας χρόνος και μου λείπεις πολύ. Δεν θέλω να συνηθίσω την απουσία σου.


the very last resort
eXTReMe Tracker